Πρώτη ανοιχτή συζήτηση από την ομάδα ΑΣΟΕΕ της ΝΕΚ

Η Ομάδα της ΑΣΟΕE της Νεολαίας Ενάντια στον Καπιταλισμό πραγματοποιεί ανοιχτή συζήτηση την Πέμπτη 31 Μάρτη στις 5μμ, στο φουαγιέ του αμφιθέατρου Αντωνιάδου, με θέμα «Απάντηση στην Κρίση: Κεϋνσιανισμός ή Μαρξισμός;»

Το New Deal βασισμένο στις ιδέες του Κέυνς ήταν η «απάντηση» των Αμερικάνων αστών στο κραχ του 1929-1933 για την σταθεροποίηση του καπιταλισμού. Σήμερα, που ο καπιταλισμός βρίσκεται στην πιο βαθιά κρίση του μετά την περίοδο του Μεσοπολέμου, ο κεϋνσιανισμός συναντά ευρεία υποστήριξη μέσα στους κόλπους της Αριστεράς ως μια «ρεαλιστική» διέξοδος στην κρίση σε αντίθεση με τους «μαξιμαλιστικούς» και «ουτοπικούς» στόχους του μαρξισμού. Μπορεί όμως ο κεϋνσιανισμός να προσφέρει πραγματική διέξοδο στα τεράστια προβλήματα της κοινωνικής πλειοψηφίας ή χρειάζεται να στραφούμε στις ιδέες του μαρξισμού; Το καθήκον των λαϊκών μαζών είναι να «σώσουν από τον εαυτό του» τον καπιταλισμό ή να τον ανατρέψουν;

Καλούμε όσους ενδιαφέρονται να πάρουν μέρος σε μια ουσιαστική συζήτηση και να εκφράσουν τις απόψεις τους, είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν με τις ιδέες μας. Ελπίζουμε να σας δούμε όλους εκεί!

Δηλώστε συμμετοχή εδώ

Ανοιχτές συζητήσεις από τις ομάδες Παντείου και Μαθηματικού-Φυσικού Αθήνας

Την ερχόμενη Τετάρτη 16 Μάρτη και την Παρασκευή 18 Μάρτη οι ομάδες Παντείου και Μαθηματικού - Φυσικού θα πραγματοποιήσουν τις προγραμματισμένες ανοιχτές συζητήσεις τους.

Η ομάδα Παντείου θα πραγματοποιήσει την πρώτη ανοιχτή συζήτηση για το νέο εξάμηνο, με θέμα "Η επικαιρότητα του Μαρξισμού", την Τετάρτη 16 Μάρτη στις 17.00, στην αίθουσα Α1 της Παντείου (Νεόκτιστο,1ος όροφος).

168 χρόνια μετά τη δημοσίευση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου από τους Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, ο Μαρξισμός ή αλλιώς Επιστημονικός Σοσιαλισμός παραμένει πιο επίκαιρος από ποτέ. Παρότι παρουσιάζεται ως ξεπερασμένος από διάφορους αστούς επιστήμονες και δημοσιογράφους, ο Μαρξισμός έχει γίνει και πάλι δημοφιλής τα τελευταία χρόνια μετά την εμφάνιση της καπιταλιστικής κρίσης του 2008. Γιατί οι αστοί οικονομολόγοι ασχολούνται σήμερα με τις ιδέες ενός ανθρώπου που έχει πεθάνει εδώ και 133 χρόνια; 

Δηλώστε συμμετοχή εδώ

Δυο μέρες αργότερα, την Παρασκευή 18 Μάρτη στις 15.00, η ομάδα Μαθηματικού - Φυσικού πραγματοποιεί προβολή της εξαιρετικής ταινίας "Γη και Ελευθερία" του Κεν Λόουτς και συζήτηση για τον Ισπανικό Εμφύλιο (Αίθουσα Ήρων, Φυσικό - 1ος όροφος, κάτω από την Γραμματεία).

Η περίφημη «Γη και Ελευθερία» του Κεν Λόουτς, η υπόθεση της οποίας εκτυλίσσεται μέσα στον Ισπανικό Εμφύλιο του 1931-39, καθώς και συνολικά αυτό το ιστορικό θέμα, προσφέρονται για μια συζήτηση πλούσια σε ιστορικά και πολιτικά συμπεράσματα για το σήμερα! 

Δηλώστε συμμετοχή εδώ


Οκτωβριανή επανάσταση και σεξουαλική απελευθέρωση

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από την ενότητα με τίτλο «Ο μύθος της μαρξιστικής ομοφοβίας», του βιβλίου της Σέρυ Γουλφ «Σεξουαλικότητα και Σοσιαλισμός: Ιστορία, Πολιτική και Θεωρία του απελευθέρωσης των LGBT» ( Haymarket Books, Σικάγο 2009, σσ. 88-100). Αναδημοσιεύεται από το περιοδικό «Σπάρτακος» (τεύχος 116, Μάιος 2015). Η μετάφραση είναι της Ζήνας Λιναρδοπούλου.

Η ρωσική επανάσταση τον Οκτώβρη του 1917 ήταν ένας μαζικός αγώνας των απλών ανθρώπων που καθοδηγήθηκε από την εργατική τάξη σε μία κοινωνία σε μεγάλο βαθμό αγροτική. Ο αμερικανός δημοσιογράφος Τζον Ριντ σε ρεπορτάζ του για την επανάσταση στην Ρωσία ανέφερε: «Αυτή είναι η επανάσταση, η ταξική πάλη με το προλεταριάτο, τους στρατιώτες και τους χωρικούς να παρατάσσονται μαζί ενάντια στην αστική τάξη. Ο προηγούμενος Φεβρουάριος ήταν προκαταρκτική φάση για την επανάσταση… η τεράστια δύναμη των Μπολσεβίκων έγκειται στο ότι η κυβέρνηση του Κερένσκι αγνόησε απολύτως τις επιθυμίες των μαζών όπως αυτές εκφράστηκαν στο πρόγραμμα των Μπολσεβίκων για ειρήνη, δηλαδή τον έλεγχο της γης και της βιομηχανίας από τους εργάτες».[1] Οι ρώσοι αγρότες ήταν διαποτισμένοι με θρησκευτικές προλήψεις και η κοινωνία ήταν ένα μείγμα μισοφεουδαλικών σχέσεων και άνθισης της βιομηχανικής παραγωγής. Εν τούτοις, η επανάσταση πέτυχε μεταρρυθμίσεις που περισσότεροι σημερινοί ΛΟΑΤ ακόμα παλεύουν για αυτές. Η ρωσική επανάσταση άλλαξε εντελώς όλες τις προηγούμενες δομές της κοινωνίας συμπεριλαμβανομένων και των πιο στενών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων. Όταν αυτή η επανάσταση ανατράπηκε από τον οικονομικό αποκλεισμό, τον πόλεμο και την αντεπανάσταση οι προηγούμενες νίκες και σε αυτά τα ζητήματα εγκαταλείφθηκαν.

Υπάρχουν κάποιοι που προσπαθούν να δυσφημήσουν την τεράστια παρακαταθήκη για τους ΛΟΑΤ στον απόηχο της ρωσικής επανάστασης[2]. Για παράδειγμα, ο ρώσος ιστορικός Igor Kon γράφει: «Ο μπολσεβικισμός από την μία πλευρά κατέλυσε τον θεό, τον θρησκευτικό γάμο και τις απόλυτες ηθικές αξίες και απ’ την άλλη το δικαίωμα του ατόμου για προσωπικό αυτοκαθορισμό και αγάπη που να στέκεται ψηλότερα από όλα τα κοινωνικά καθήκοντα.[3]Ωστόσο τα γεγονότα τον διαψεύδουν. Το 1917 όλοι οι νόμοι εναντίον της ομοφυλοφιλίας μαζί με τον υπόλοιπο ποινικό κώδικα ακυρώθηκαν από την νέα επαναστατική κυβέρνηση. Το συναινετικό σεξ θεωρήθηκε προσωπικό ζήτημα. Οι γκέι ήταν ελεύθεροι να ζήσουν όπως ήθελαν χωρίς την παρέμβαση του κράτους αλλά και τα σοβιετικά δικαστήρια ενέκριναν επίσης τον γάμο μεταξύ ομοφυλόφιλων. Υπάρχουν ακόμα και καταγεγραμμένα παραδείγματα εγχείρησης αλλαγής φύλου την δεκαετία του 1920. Με άλλα λόγια, η επανάσταση πραγματοποίησε αυτό το μεγαλειώδες κοινωνικο - σεξουαλικό άλμα τρία χρόνια πριν οι γυναίκες στην Αμερική καταφέρουν να κερδίσουν το δικαίωμα στην ψήφο και περίπου ενενήντα χρόνια πριν το Ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ καταργήσει όλους τους νόμους για σοδομισμό.[4]

Για να υπερασπιστούμε το ιστορικό των αξιοσημείωτων προόδων για τις σεξουαλικές μειονότητες που έγιναν στην νεαρή Σοβιετική Ένωση είναι σημαντικό να αποτυπώσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτές οι νίκες επιτεύχθηκαν. Η Ρωσία ήταν μία μισοφεουδαλική, πολιτισμικά καθυστερημένη και κατά κύριο λόγο αγροτική κοινωνία στην οποία οι καπιταλιστική βιομηχανία εντοπίζονταν σε λίγα βιομηχανικά κέντρα όπως η Αγία Πετρούπολη. Μόνο χυδαίοι μαρξιστές θα τολμούσαν να ισχυριστούν ότι υπό τέτοιες συνθήκες θα μπορούσε μια κοινωνία να κάνει το άλμα από την καταπίεση στην απελευθέρωση μέσα από μία ακλόνητη και χωρίς πισωγυρίσματα πορεία. Η κοινωνική πρόοδος είναι πιο πολύπλοκη και διαλεκτική απ’ ότι η γραμμική εξέλιξη προτείνει. Ο ρώσος επαναστάτης Λέον Τρότσκι με σαφήνεια καθόρισε το καθεστώς της προεπαναστατικής Ρωσίας: «Η ανάπτυξη της Ρωσίας είναι πρώτα απ’ όλα άξια παρατήρησης για την καθυστέρηση της. Ωστόσο η ιστορικά καθορισμένη καθυστέρηση δεν σημαίνει απλώς το να ακολουθείς την πορεία των πιο αναπτυγμένων κρατών με εκατό ή διακόσια χρόνια καθυστέρηση. Αντίθετα, προκαλεί έναν εντελώς διαφορετικό συνδυασμό για τον κοινωνικό σχηματισμό στον οποίο τα πιο εξελιγμένα επιτεύγματα του καπιταλιστικού οικοδομήματος και της καπιταλιστικής τεχνικής ολοκληρώνονται μέσα στις κοινωνικές σχέσεις της φεουδαλικής και προφεουδαλικής βαρβαρότητας, μετασχηματίζοντας και κυριαρχώντας αυτές και διαμορφώνοντας μία μοναδική σχέση ανάμεσα στις τάξεις.»[5]

Αυτός ο χαρακτηρισμός της συνδυαστικής και άνισης ανάπτυξης που περιγράφει οΤρότσκι σαν υπαρκτό φαινόμενο στην Ρωσία έκανε αναγκαία την έκκληση των Μπολσεβίκων για εξάπλωση της επανάστασης σε παγκόσμιο επίπεδο, σε προβιομηχανικά και πολιτισμικά ανεπτυγμένα κράτη. Ο παγκόσμιος χαρακτήρας μίας επιτυχημένης επανάστασης ήταν κεντρικός στην αντίληψη που είχαν ο Τρότσκι και ο Λένιν για το πώς οι αρχικές πρόοδοι θα μπορούσαν να επεκταθούν προκειμένου να μην καταστραφούν οι πρώτες προσπάθειες της νέας εξουσίας από τον εμφύλιο πόλεμο, την απομόνωση και τις κακουχίες. Τελικά, δεν ήταν η άσκηση λάθος πολιτικής από τους Μπολσεβίκους αλλά ο στραγγαλισμός της επανάστασης από τον ιμπεριαλισμό που οδήγησε σε αδιέξοδο και στην άνοδο του Στάλιν στην εξουσία.

Μια πρωτοποριακή ιστορία του φύλου και της σεξουαλικότητας στην Ρωσία, από τον Νταν Χίλι, πριν κατά την διάρκεια και μετά την επαναστατική περίοδο μας παρέχει νέα στοιχεία για τις τεράστιες κοινωνικές μετατοπίσεις σε ερωτήματα σχετικά με την σεξουαλικότητα τις οποίες προκάλεσε η επανάσταση[6]. Νομικά, πολιτικά και ιατρικά αρχεία εκείνης της εποχής καταρρίπτουν την αντισεξουαλική εικόνα για τον Μπολσεβικισμό που διαδόθηκε μέσω τουΧόλιγουντ με ταινίες όπως την κλασσική ταινία του 1939 με τίτλο Ninotchka στην οποία ο σκυθρωπός και σοβαρός σοβιετικός - μέλος του κόμματος - που τον υποδύεται η Γκρέτα Γκάρμπο, πολιορκείται από την γοητεία και το πνεύμα μίας ορμητικής αμερικανίδας. Με δεδομένο το εύρος της ιστορικής διαστρέβλωσης και των ψεμάτων αξίζει να αναπαράγουμε εκτεταμένα το φυλλάδιο του 1923 με τίτλο «Η σεξουαλική επανάσταση στην Ρωσία» που έχει γραφτεί από τον Δρ Γκριγκόρι Μπάτκις, διευθυντή του Ινστιτούτου Κοινωνικής Υγιεινής της Μόσχας:

    «Η παρούσα σεξουαλική νομοθεσία της Σοβιετικής Ένωσης είναι απότοκος της επανάστασης του Οκτώβρη. Αυτή η επανάσταση είναι σημαντική όχι μόνο ως πολιτικό φαινόμενο, το οποίο διασφαλίζει την πολιτική ηγεμονία της εργατικής τάξης αλλά και για τις επαναστάσεις που προέρχονται από αυτήν και αγγίζουν όλους τους τομείς της ζωής...

    Η σοσιαλιστική νομοθεσία της ρωσικής κομμουνιστικής επανάστασης δεν σκοπεύει να είναι προϊόν αμιγούς θεωρητικής γνώσης αλλά περισσότερο αντιπροσωπεύει το εξαγόμενο της εμπειρίας. Μετά την επιτυχή επανάσταση και τον θρίαμβο της πράξης επί της θεωρίας, οι άνθρωποι πρώτα αγωνίστηκαν για νέους σταθερούς κανονισμούς μαζί με τις οικονομικές πολιτικές. Ταυτόχρονα με αυτές δημιουργήθηκαν μοντέλα διαχείρισης της οικογενειακής ζωής και μορφές σεξουαλικών σχέσεων που απαντούσαν στις ανάγκες και τις φυσικές επιταγές των ανθρώπων...

    Ο πόλεμος κινητοποίησε τις ευρείες μάζες, τα εκατό εκατομμύρια αγρότες. Οι νέες συνθήκες έφεραν μαζί τους μια νέα ζωή και ένα νέο όραμα. Την πρώτη περίοδο του πολέμου, οι γυναίκες κέρδισαν την οικονομική τους ανεξαρτησία τόσο στο εργοστάσιο όσο και στον αγρό ωστόσο πρώτη η Οκτωβριανή επανάσταση έκοψε τον γόρδιο δεσμό και αντί για μια απλή μεταρρύθμιση επαναστατικοποίησε εντελώς τους νόμους. Η επανάσταση δεν άφησε τίποτα να επιβιώσει από το παλιούς δεσποτικούς και απείρως αντιεπιστημονικούς νόμους· δεν βάδισε στο μονοπάτι της ρεφορμιστικής αστικής νομοθεσίας το οποίο με νομολογικές λεπτότητες ακόμα στηριζόταν στην ιδέα της ιδιοκτησίας στην σεξουαλική σφαίρα και τελικά απαιτούσε την απόδοση περισσότερων σεξουαλικών ελευθεριών στον άντρα εις βάρος της γυναίκας. Αυτοί οι νόμοι πάντα υπάρχουν όσο δεν λαμβάνεται υπόψη η επιστήμη.

    Η σοβιετική νομοθεσία προχώρησε σε ένα καινούργιο προηγουμένως απάτητο μονοπάτι με σκοπό να ικανοποιήσει τους καινούργιους στόχους και τα καινούργια καθήκοντα της επανάστασης…

    Τώρα, λαμβάνοντας υπόψη όλες αυτές τις παραμέτρους αυτής της μεταβατικής περιόδου, η σοβιετική νομοθεσία βασίζεται στις παρακάτω αρχές:

    Διακηρύσσει την απόλυτη μη ανάμειξη του κράτους σε ζητήματα που άπτονται της σεξουαλικής ζωής, εφόσον κανείς δεν τραυματίζεται και κανενός τα συμφέρονται δεν αποτελούν αντικείμενο σφετερισμού.

    Όσον αφορά την ομοφυλοφιλία, τον σοδομισμό και διάφορες άλλες μορφές σεξουαλικής ικανοποίησης, οι οποίες θεωρούνται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία σαν προσβολές ενάντια στην δημόσια ηθική η σοβιετική νομοθεσία αντιμετωπίζει αυτές ακριβώς όπως και εκείνες που αποκαλούνται “φυσιολογικές” συνευρέσεις. Όλες οι μορφές σεξουαλικής συνευρέσεις είναι προσωπικό ζήτημα. Μόνο όταν υπάρχει εξαναγκασμός καθώς και γενικά όταν υπάρχει τραυματισμός ή σφετερισμός των δικαιωμάτων ενός άλλου προσώπου τίθεται ζήτημα ποινικής δίωξης [η έμφαση στο πρωτότυπο].»[7]


Αυτή είναι μια μάλλον ασυνήθιστη διακήρυξη αρχών για οποιαδήποτε κοινωνία, πόσο μάλλον για μία που βρισκόμενη εν μέσω μιας παγκόσμιας εκρηκτικής κατάστασης επιχείρησε να επαναστατήσει και υπέμεινε τον εμφύλιο πόλεμο κατά την διάρκεια του οποίου εκατομμύρια πέθαναν, η πείνα ήταν εξαντλητική και η εκβιομηχάνιση εκτοξεύτηκε πίσω στα επίπεδα του 18ου αιώνα.

Προγενέστερα της επανάστασης, μία αδύναμη αστική τάξη που κατείχε και λειτουργούσε τα εργοστάσια υπό την εξουσία του τσάρου αν και είχε θέσει εκτός νόμου ανεχόταν εμπορικές συναλλαγές ποικίλου είδους με επίκεντρο το σεξ στα λουτρά και στους οίκους ανοχής των μεγάλων πόλεων σύμφωνα με τον Χίλι.[8] Μία παράνομη γκέι υποκουλτούρα αναδύθηκε τα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα στην Αγία Πετρούπολη και την Μόσχα μετά την χειραφέτηση των δουλοπάροικων το 1861 γεγονός που οδήγησε μεγάλους αριθμούς κυρίως νεαρών ανδρών σε αυτές τις πόλεις προς αναζήτηση δουλειάς στα εργοστάσια όπου και στεγάζονταν σε ιδίου φύλου κοιτώνες μακριά από την οικογένεια και σε μεγάλο βαθμό διαχωρισμένοι από τις γυναίκες.[9] Οι περισσότερες καταγεγραμμένες περιπτώσεις «λεσβιανισμού» προέκυπταν ανάμεσα στις γυναίκες των ρωσικών οίκων ανοχής που εξυπηρετούσαν τον αρσενικό πληθυσμό αν και ένας μικρός αριθμός γυναικών «αγόραζε» σεξ από γυναίκες που εκδίδονταν.[10] Αλλά εκτός από δεσμούς μεταξύ αντρών που άνηκαν στα ανώτερα στρώματα και ζούσαν μαζί, η ομοφυλοφιλία στην προεπαναστατική Ρωσία ήταν συνήθως υπόθεση που κρατιόνταν μακριά από τα μάτια της κοινωνία και ακόμη συχνότερα οι νέοι και πιο φτωχοί «πουλούσαν» σεξ σε μεγαλύτερους ή πλουσιότερους. Παρόλα αυτά ακόμα και η συναινετική επαφή τιμωρούνταν με εξορία στη Σιβηρία συμπεριλαμβανομένης και σκληρής εργασίας αν κάποιος μικρότερος σε ηλικία είχε ανάμειξη στην υπόθεση. Μισογύνικες αντιλήψεις για την σεξουαλικότητα των γυναικών, όπως και στην Ευρώπη, άφησε τις ομοφυλόφιλες σχέσεις των γυναικών χωρίς νομοθετική ρύθμιση· οι περιορισμοί της οικογενειακής ζωής μιας πυρηνικής οικογένειας καθιστούσαν σχεδόν ασσύλυπτους τέτοιους δεσμούς.

Η επανάσταση τα άλλαξε όλα αυτά. Το φυλλάδιο του Μπάτκις ούτε κατά διάνοια δεν ήταν απλά μια διακήρυξη προθέσεων· γνήσιες αλλαγές στην σεξουαλική στάση και συμπεριφορά-πέρα από την εξάλειψη του ποινικού κώδικα-συνέβησαν σαν αποτέλεσμα της μπολσεβίκικης επανάστασης του 1917. Μία ένδειξη είναι και το γεγονός της επιλογής των ατόμων που θα εκπροσωπούσαν την επανάσταση διεθνώς· ο ανοιχτά ομοφυλόφιλος Γκριγκόρι Τσιτσέριν ήταν υπουργός δημοσίων σχέσεων και υπηρέτησε σε αυτή την θέση από το 1918 μέχρι και το 1930 όταν παραιτήθηκε λόγω ασθένειας.11 Αυτός ο άνθρωπος δεν δρούσε στα παρασκήνια αλλά δούλεψε μαζί με τον αρχηγό του Κόκκινου Στρατού Λέον Τρότσκι στις διαπραγματεύσεις ειρήνης με την Γερμάνια στο Μπρεστ-Λιτόφσκ και του είχε ανατεθεί να είναι το πρόσωπο της επανάστασης στο εξωτερικό. Ο Τσιτσέριν ήταν αριστοκρατικής καταγωγής, διπλωμάτης και επιστήθιος φίλος με τον πιο επιφανή ρώσο ομοφυλόφιλο ποιητή, τον Μιχαήλ Αλεξέεβιτς Κουζμίν, τον επιδεικτικά εξεζητημένο συγγραφέα του πρώτου γνωστού μυθιστορήματος σε οποιαδήποτε γλώσσα που παίρνει θέση υπέρ των ομοφυλόφιλων. Το μυθιστόρημα αυτό είχε τον τίτλο Φτερά.[12]

Πολλά έχουν ειπωθεί για την υποτιθέμενη διαμάχη ανάμεσα στον Λένιν και την υπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας Αλεξάντρα Κολοντάι σχετικά με την σημασία του σεξ και της σεξουαλικής απελευθέρωσης. H Κολοντάι συνηγορούσε υπέρ του «ελεύθερου έρωτα». Ακόμα και ο Χίλι συμμετέχει με τις παρατηρήσεις του σε αυτή την συζήτηση: «Ο υπαινιγμός που ελλόχευε στις παρατηρήσεις του Λένιν για μια πολιτική που θα αφορούσε την χειραφέτηση των ομοφυλόφιλων επί σοσιαλισμού ήταν ότι αυτού του είδους ο “ελεύθερος έρωτας” θα έπρεπε να περιμένει (όπως και όλη η συζήτηση για την σεξουαλικότητα) μέχρις ότου η προλεταριακή επανάσταση να ανακατασκευάσει την υλική τάξη».[13] Αυτή ωστόσο είναι μια μάλλον δύσκαμπτη ανάγνωση των σκέψεων του Λένιν που συμμορφώνεται με τον Ψυχρό Πόλεμο –και τον σταλινισμό-, παρωδεί τον Λένιν σαν έναν ασκητικό, παρά την συμπάθεια που έτρεφε για απολαύσεις όπως το κρασί, τα σπόρ και ναι ακόμα και την πολύ στενή σχέση με τις γυναίκες. Στα γράμματα του Λένιν το 1915 προς την Ινέσα Αρμάντ με την οποία διατηρούσε δεσμό έγραφε ότι η επανάσταση θα απελευθερώσει τον έρωτα «από τα εμπόδια που του θέτουν οι θρησκευτικές προκαταλήψεις, οι πατριαρχικές κοινωνικές δομές, ο νόμος, η αστυνομία και τα δικαστήρια».[14] Όταν επιχειρηματολογεί κατά της πριμοδότησης της οργάνωσης των εκδιδόμενων γυναικών αντί όλων των υπόλοιπων, οι επικριτές του τον κατηγορούν για βικτωριανή ακαμψία.

Ο σοσιαλιστής Ντάνκαν Χάλας περιγράφει τις συνθήκες που επικρατούσαν τα χρόνια που ακολούθησαν την επανάσταση: «Μέχρι τον Μάιο του 1919 η κανονική παροχή καυσίμου στη ρωσική βιομηχανία είχε μειωθεί κατά 105%. Μέχρι το τέλος αυτού του χρόνου το 79% του συνόλου των σιδηροδρομικών γραμμών ήταν εκτός λειτουργίας και αυτό σε μία αχανή χώρα όπου οι μηχανοκίνητες μεταφορές στην πραγματικότητα ήταν ανύπαρκτες. Μέχρι το τέλος του 1920 η παραγωγή όλων των εργοστασιακών αγαθών είχε πέσει στο 12,9% του επιπέδου που ήταν το 1913. Οι επιπτώσεις στην εργατική τάξη ήταν καταστροφικές. Τον Δεκέμβριο του 1918 ο αριθμός των εργατών της Πετρούπολης είχε πέσει στο μισό των επιπέδων ου 1916. Μέχρι τον Δεκέμβρη του 1920 η πόλη είχε χάσει το 57,5% του συνολικού της πληθυσμού. Στα ίδια τρία χρόνια η Μόσχα έχασε το 44,5% του συνολικού της πληθυσμού. Ο πόλεμος, η πείνα και ο τύφος ανάγκασαν και τους “κόκκινους” και τους “λευκούς” να επιτάξουν διάφορα αγαθά εξαφάνιση τέτοιων αγαθών όπως των σπίρτων, της παραφίνης και της κλωστής - αυτή ήταν η πραγματικότητα στην Ρωσία των χρόνων 1920-1921. Σύμφωνα με τον Τρότσκι σε κάποιες επαρχίες είχε αναφερθεί ακόμα και κανιβαλισμός.»[15] Αν λοιπόν τοποθετηθούν σε κάποιο πλαίσιο τα «αισθήματα» του Λένιν εμφανίζονται λογικά.

Ένα γράμμα του Λένιν το 1920 προς την Κλάρα Τσέτκιν – το οποίο έχει αποκτήσει πολύ κακή φήμη - επικρίνει το χάος που επικρατούσε στην σεξουαλική ζωή των εφήβων κατά την διάρκεια της επανάστασης. Έγραφε ότι η σεξουαλική ικανοποίηση δεν έπρεπε να είναι «τόσο απλή και ασήμαντη όπως το να πίνεις ένα ποτήρι νερό».[16] O Λένιν υποστήριζε ότι αντίθετα με αυτό οι μαρξιστές πρέπει να παλεύουν για την κοινωνική υπευθυνότητα και ειλικρίνεια ακόμα και στις πιο προσωπικές τους σχέσεις. Σε μια σοβαρή επίπληξη προς τους επικριτές του ο Λένιν αντέταξε: «Ο κομμουνισμός δεν υποτίθεται πως θα φέρει τον ασκητισμό αλλά την χαρά της ζωής και την ζωντάνια μέσα από μια πλήρη σεξουαλική ζωή».[17] Ο Βίλχελμ Ράιχ, ένας ψυχολόγος των αρχών του 20ου αιώνα και υπέρμαχος της σεξουαλικής απελευθέρωσης και του μαρξισμού στην αρχή της καριέρας του αμφισβήτησε τις υπόνοιες που ήθελαν τον Λένιν σεμνότυφο. Ο Ράιχ περιέγραψε την έκρηξη που γνώρισε –κάτω από την εξουσία των Μπολσεβίκων- η διαμάχη πάνω σε ζητήματα που αφορούσαν την σεξουαλικότητα και γράφει σχετικά με την σύγχυση που εκφράσθηκε από εργάτες και Μπολσεβίκους όσον αφορά την αδυναμία να τεθούν θεωρητικά ερωτήματα της σεξουαλικής επανάστασης προς εξέταση εξαιτίας των υλικών φραγμών που έμπαιναν από την φτώχεια και την απομόνωση της Ρωσίας.[18]

Ακόμα και αν οι επικριτές του Λένιν είχαν δίκιο όσον αφορά τις προσωπικές του απόψεις -κάτι που πιστεύω ότι δεν ισχύει - αυτό δεν μπορεί να διαγράψει την τεράστια πρόοδο που επέφερε η επανάσταση. Στην πραγματικότητα αν οι κατηγορίες που του επιρρίπτονται είναι σωστές, αυτό κάνει ακόμα πιο σαφές ότι η επανάσταση δεν ήταν κάποιο πραξικόπημα του Λένιν και μιας μικρής κλίκας, όπως συχνά υποστηρίζεται, αλλά ένα μαζικό φαινόμενο στο οποίο οι διαμάχες και οι ανοιχτές διαφωνίες σχετικά με την διακυβέρνηση της νέας κοινωνίας κυριαρχούσαν όλη την πολιτική ζωή.

Όταν γράφτηκε ο καινούργιος ποινικός κώδικας το 1922, οι νόμοι για τον σοδομισμό, την αιμομιξία και την ηλικία συγκατάθεσης σε μια ερωτική πράξη δεν συμπεριλήφθηκαν. «Η σεξουαλική ωριμότητα επρόκειτο να καθοριστεί με εξέταση μίας προς μία των υποθέσεων που θα προέκυπταν και σε συμφωνία με ιατρική γνωμάτευση»[19]. Η πορνεία κατέστη ζήτημα δημόσιας υγιεινής, όχι έγκλημα, και ανατέθηκε σε έναν επίτροπο για την υγεία να αντιμετωπίσει τις σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες. Επίσης ενεργοποιήθηκαν πολιτικές κοινωνικής βοήθειας που πρόσφεραν σε γυναίκες και νεαρούς άντρες, που προηγούμενα εκδίδονταν, εναλλακτικές όσον αφορά την επαγγελματική αποκατάσταση και την οργάνωση της καθημερινής τους ζωής.

Ας αντιπαραθέσουμε τώρα την αντιμετώπιση των Μπολσεβίκων και του Λένιν με εκείνη της αναρχικής Έμα Γκόλντμαν που συχνά ηρωοποιείται ως η ανένδοτη ριζοσπάστρια όσον αφορά την σεξουαλική ζωή. Σ' ένα γράμμα της προς τον Χάβελοκ Έλις το 1924, η Γκόλντμαν επιτίθεται στην «στενότητα» ορισμένων από τις λεσβίες που συνάντησε, τις οποίες αποκάλεσε «τρελή παρτίδα» που με την προσκόλληση τους στις δικές τους συνθήκες καταπίεσης και τον αποκλεισμό από την συζήτηση όλων των άλλων ζητημάτων την ενοχλούσαν τρομερά».[20] Εκείνοι που γρήγορα υποδεικνύουν κάθε κριτική έκφραση του Λένιν πάνω σε ζητήματα σεξουαλικής απελευθέρωσης -συχνά εκτός ιστορικού πλαισίου- πρόθυμα μας δίνουν πολλές αιτιολογίες για το ότι αυτή η κριτική που ασκούσε η Γκόλντμαν ήταν απόλυτα λογική στα πλαίσια των ευρύτερων δυνάμεων που συμμετείχαν στις επαναστατικές αναταραχές της εποχής της.


Τυπικό των σχολίων σχετικά με τον υποτιθέμενο ασκητισμό των επαναστατών, θέση που κυριαρχεί στις δουλειές των περισσότερων ιστορικών, είναι το σχόλιο της Αϊλίν Κέλι ότι «Ο επαναστάτης επρόκειτο να γίνει ένας άψογος μονολιθικός καταπιέζοντας όλα τα ιδιωτικά ενδιαφέροντα, συναισθήματα και τις φιλοδοξίες… Όχι μόνο η τέχνη, η λογοτεχνία και οι προσωπικές σχέσεις αλλά και όλες οι θεωρητικές αναζητήσεις, που δεν αφορούσαν άμεσα την επανάσταση, απαγορεύονταν ως μάταιο ξόδεμα χρόνου των υπερφίαλων ανδρών.»[21] Εγείρεται ωστόσο το ερώτημα πώς ο Τρότσκι, αρχηγός του Κόκκινου Στρατού και στενότερος συνεργάτης του Λένιν, κατά την διάρκεια της επανάστασης έγραφε μελέτες για την τέχνη και την λογοτεχνία οι οποίες δημοσιεύθηκαν από την σοβιετική κυβέρνηση το 1924 και αργότερα εκδόθηκαν ως βιβλίο υπό τον τίτλο Λογοτεχνία και επανάσταση. Σε αυτό το έργο ο Τρότσκι, «ένας πλήρους απασχόλησης επαναστάτης», εκφράζει εξαιρετική οικειότητα με την ποίηση, την λογοτεχνία και όλα τα είδη καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο ίδιος αξιολογεί τα γραπτά ενός ανοικτά ομοφυλόφιλου ποιητή, του Νικολάι Κλιούεβ, χωρίς ποτέ να σχολιάζει με τον έναν ή άλλο τρόπο την σεξουαλικότητα του. Δεν είναι δικαίωμα να κρίνεται το έργο κάποιου για το περιεχόμενο του και όχι για την σεξουαλικότητα του ένας καθοριστικός και θετικός αποχωρισμός από την μακραίωνη παράδοση της αστικής τάξης;


Η επαναστατική Ρωσία επεδίωκε επίσης να σπάσει την στενότητα των φεουδαρχικών παραδόσεων με το να έρχεται σε επαφή με εκείνους τους ανθρώπους έκτος Ρωσίας που είχαν μελετήσει για χρόνια και είχαν τοποθετηθεί σε ερωτήματα που αφορούσαν την σεξουαλική ελευθερία. Μια αντιπροσωπεία σοβιετικών γιατρών και ερευνητών ταξίδεψε το 1921 στο Βερολίνο για να συναντηθεί με τον μεταρρυθμιστή Δρ Μάγκνους Χίρσφελντ στο Ινστιτούτο για την Σεξουαλική Έρευνα. Εκεί ζήτησαν να προβληθεί ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τον ομοφυλοφιλικό έρωτα και με έκπληξη διαπίστωσαν ότι είχε απαγορευθεί. Το περιοδικό τουΧίρσφελντ καταγράφει τις εντυπώσεις του υπουργού Υγείας Σαμάσκο: «Δήλωσε (ο Σαμάσκο) πόσο ευχαριστημένος ήταν που στην καινούργια Ρωσία η προηγούμενη ποινή εναντίον των ομοφυλόφιλων είχε τελείως καταργηθεί».[22]


Στις γυναίκες που ντύνονταν αντρικά για να περνιόνται για άντρες και υπηρέτησαν στον Κόκκινο Στρατό δόθηκαν θέσεις εξουσίας. Ο διευθυντής του Ινστιτούτου για την Νευροψυχιατρική Προφύλαξη στην Μόσχα την δεκαετία του ’20, Λεβ Ρόζενσταϊν κάλεσε «Λεσβίες, γυναίκες της πολιτοφυλακής και του Κόκκινου Στρατού, να του μιλήσουν για την ζωή τους» και ανακοίνωσε ότι «οι γυναίκες στην Σοβιετική Ρωσία μπορούν νόμιμα να πάρουν ονόματα ανδρών και να ζήσουν σαν άντρες».[23] Ο Ρόζενσταϊν θεωρούσε ότι ήταν δουλειά του σαν ψυχίατρος να βοηθάει τους ασθενείς τους να δεχτούν την ομοφυλοφιλική τους επιθυμία - θέση πολύ προοδευτική για την εποχή της· εν αντιθέσει, η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Ένωση διατήρησε στα βιβλία της την ομοφυλοφιλία ως ψυχική διαταραχή μέχρι το 1973.


Οι σοβιετικοί υπάλληλοι φαίνεται να είχαν πιο ευνοϊκή στάση απέναντι σε γυναίκες που ντύνονταν άνδρες και φέρονταν με έναν στερεοτυπικά ανδρικό τρόπο παρά απέναντι στους άνδρες που ντύνονταν σαν γυναίκες και μιμούνταν την γυναικεία συμπεριφορά· παρόλαυτα ο γάμος μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου είχε την έγκριση των δικαστηρίων. Η ανδρική θηλυκότητα θεωρούνταν από κάποιους κοινωνική οπισθοδρόμηση αλλά ο νόμος δεν επέμβαινε για να καταπνίξει όσους εκφράζονταν με αυτό τον τρόπο.[24]  Οι κλινικοί ψυχολόγοι ανοιχτά συζητούσαν τις πρακτικές κάποιων γιατρών να κάνουν επεμβάσεις αλλαγής φύλου. Το τμήμα υγείας της Μόσχας το 1928 ανακάλυψε ένα «τεράστιο αριθμό των περιπτώσεων» ενός γιατρού που «άλλαξε το φύλο και έκανε γυναίκες από άνδρες και το αντίστροφο, χρησιμοποιώντας μάλλον πρωτόγονες χειρουργικές μεθόδους.»[25] Φαίνεται πως τους απασχολούσαν περισσότερο οι ηθικές και ψυχολογικές διακλαδώσεις της πρακτικής αυτής αλλά δεν την εξέταζαν από άποψη νομιμότητας.

Η Αλεξάντρα Κολοντάι περιέγραψε το 1921 τις εκρηκτικές αλλαγές που επήλθαν στις σεξουαλικές σχέσεις: «Η ιστορία ποτέ δεν ξαναείδε τέτοια ποικιλία διαπροσωπικών σχέσεων - ακατάλυτος γάμος και “σταθερή οικογένεια”, “ελεύθερες ενώσεις”, μυστική μοιχεία, ένα κορίτσι που ζεί ανοιχτά με την ερωμένη της σε αυτό που ονομάζεται άγριος γάμος, γάμος σε ζευγάρια, γάμος ανά τρείς ακόμα και ο περίπλοκος γάμος τεσσάρων ανθρώπων - χωρίς φυσικά να αναφέρομαι στις ποικίλες μορφές του εμπορευματοποιημένου σεξ.»[26]


Μέσα σε εβδομάδες από την στιγμή που οι Μπολσεβίκοι πήραν την εξουσία το 1917, κατήργησαν την πατριαρχική εξουσία μέσα στην οικογένεια μέσα από διατάγματα όπως εκείνο της: «Διάλυσης της οικογενειακής ζωής» το οποίο «αφαίρεσε την κυρίαρχη θέση του άντρα, έδωσε στην γυναίκα πλήρη δυνατότητα οικονομικού και σεξουαλικού αυτοκαθορισμού και διακήρυξε σαν αυταπόδεικτο ότι η γυναίκα μπορούσε ελεύθερα να καθορίζει το όνομα της, την κατοικία και την υπηκοότητα της.»[27] Το να καταργηθεί η οικογένεια στους νόμους ήταν σχετικά απλό, αλλά δεν θα μπορούσε να πάει παραπέρα από αυτό αν δεν γινόντουσαν ευρύτεροι και μακροχρόνιοι αγώνες για να αλλάξουν οι υλικές και πολιτισμικές συνθήκες. Κάποιες κοινόχρηστες κουζίνες και κέντρα φροντίδας για παιδιά καθιερώθηκαν από το επαναστατικό κράτος ώστε να απελευθερωθεί η γυναίκα από το σπίτι, ωστόσο κάποιες γυναίκες που προηγούμενα η ζωή τους επικεντρωνόταν στην φροντίδα των παιδιών και του σπιτιού ήταν απαρηγόρητες και ένοιωθαν τις ζωές τους κενές νοήματος.[28]


Ο Βίλχελμ Ράιχ υποστήριξε ότι μέρος της σεξουαλικής επανάστασης στην Ρωσία εμποδίστηκε από τον περιορισμένο χρόνο και τις εξίσου περιορισμένες υλικές συνθήκες που ήταν απαραίτητες για την ανακατασκευή της «μαζικής ψυχής» επειδή «ο υποκειμενικός παράγοντας δεν είναι απλά προϊόν των οικονομικών δυνάμεων» αλλά επίσης και «η κινητήρια δύναμη τους»[29] Με άλλα λόγια υπάρχει μία δυναμική σχέση μεταξύ ιδεών και πραγματικότητας και ούτε ο χρόνος ούτε οι συνθήκες υπήρχαν για την πλήρη συνειδητοποίηση των επαναστατικών φιλοδοξιών. Οι προσπάθειες να αναμορφωθεί η οικογενειακή ζωή υπό μια νέα οικονομική και κοινωνική τάξη δεν περιορίστηκαν από το όραμα των μαρξιστών Μπολσεβίκων αλλά από τις αποτρεπτικές υλικές και κοινωνικές πραγματικότητες. Ο Τρότσκι προβληματιζόταν σχετικά με την οικογένεια στην επαναστατική Ρωσία στο βιβλίο του Προβλήματα της καθημερινής ζωής: «Δεν μπορείς να “καταργήσεις την οικογένεια”· πρέπει να την ανακατασκευάσεις. Η πραγματική απελευθέρωση των γυναικών είναι ασύλληπτη στην βάση της “γενικευμένης θέλησης”»[30]. Οι εναλλακτικές απέναντι στην παραδοσιακή οικογένεια ήταν ανεπαρκείς επειδή υπήρχε έλλειψη πόρων έτσι ώστε να παρέχεται εκείνο το είδος της δημόσιας φροντίδας των παιδιών, δημόσιες κουζίνες και πλυντήρια και άλλα μέσα απαραίτητα για το κτίσιμο μιας καινούργιας κοινωνίας.


Η έκπτωση της επανάστασης από τους αρχικούς της στόχους - συμπεριλαμβανομένου και της σεξουαλικής απελευθέρωσης - δεν ήταν εξαιτίας κάποιου προπατορικού αμαρτήματος της λενινιστικής ή μπολσεβικικής ιδεολογίας αλλά μάλλον λόγω των απίθανων συνθηκών που αντιμετώπισαν οι επαναστάτες. Η χρόνια απομόνωση από οποιαδήποτε άλλη επιτυχή σοσιαλιστική επανάσταση σε μία ανεπτυγμένη βιομηχανική χώρα και η οπισθοδρόμηση της σοβιετικής βιομηχανίας συνδυάστηκαν και επέφεραν πλήγματα σε όλα όσα είχε καταφέρει η επανάσταση μέχρι την δεκαετία του ’30. Όλοι οι μπολσεβίκοι που είχαν ηγηθεί της επανάστασης ήταν είτε νεκροί, εκτελεσμένοι, στην εξορία είτε στην φυλακή με μοναδική εξαίρεση τον Σταλιν που έδωσε πολιτική έκφραση και ηγεσία σε αυτό που επαρκώς ονομάστηκε αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ. Η μαζική αποβιομηχανοποίηση εξαιτίας του πολέμου, η πείνα, η έλλειψη στέγης στιγμάτισαν την καθημερινότητα των περισσότερων εργατών.


Μαζί με την επανακαθιέρωση της ιερότητας της πυρηνικής οικογένειας και της συμβατικής νόρμας όσον αφορά τα φύλα ήρθε και η επαναφορά της νομοθεσίας εναντίον του σοδομισμού το 1934. Ο Στάλιν ανέθεσε στον πολιτιστικό του εκπρόσωπο Μαξίμ Γκόρκι να παρέχει γραπτή δικαιολόγηση για αυτή την ανατροπή στην καθημερινή εφημερίδα Pravda. Δικαιολογώντας την επαναφορά της ποινικοποίησης της ομοφυλοφιλίας ο Γκόρκι υποστήριξε ότι η ομοφυλοφιλία ήταν μια «μορφή αστικού εκφυλισμού» και χρησιμοποίησε την παρακάτω αποστροφή «Καταστρέψτε τους ομοφυλόφιλους και ο φασισμός θα εξαφανιστεί».[31]


Η άνοδος του σταλινισμού σήμανε το τέλος της εξουσίας των εργατών και μαζί με αυτό την ανατροπή των υλικών κατακτήσεων που επέτρεψαν στις σεξουαλικές μειοψηφίες και τις γυναίκες να ζουν ελεύθερα. Επειδή η ΕΣΣΔ βρισκόταν σε ανταγωνισμό με την Δύση τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον βιομηχανικό τομέα χρειαζόταν περισσότερη εργατική δύναμη, η οποία απαιτούσε αντίστοιχα και υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων. Στις γυναίκες που έκανα περισσότερα παιδιά δίνονταν μετάλλια και μαζί με αυτό ήρθε και η αναπόφευκτη ανατροπή των σεξουαλικών ελευθεριών που δεν συνεπάγονταν την αναπαραγωγική σεξουαλική λειτουργία η οποία αναγκαστικά συνεπάγεται ετεροφυλόφιλη σχέση. Οι ζωές όλων των εργατών συρρικνώθηκαν και περιορίστηκαν, και οι ομοφυλόφιλοι γύρισαν πάλι σε μία ζωή μακριά από τα μάτια της κοινωνίας.
Σημειώσεις

1. Αναφέρεται στο: Philip Foner, The Bolshevik Revolution: Its Impact on American Radicals, Liberals and Labor (Νέα Υόρκη: International Publishers, 1967), σελ. 20.
2. Βλ: Igor S. Kon, The Sexual Revolution in Russia (Νέα Υόρκη: The Free Press, 1995) and Gregory Carleton, Sexual Revolution in Bolshevik Russia (Πίτσμπουργκ: University of Pittsburgh Press, 2005) για παράδειγμα των πιο εξόφθαλμων επιθέσεων σ' αυτά τα κεκτημένα.
3. Kon, Sexual Revolution in Russia, σελ. 59.
4. Οι γυναίκες στις Ηνωμένες Πολιτείες κέρδισαν το δικαίωμα του εκλέγειν, όπως έχει κωδικοποιηθεί στην δέκατη ένατη τροποποίηση του Συντάγματος των ΗΠΑ το 1920, μετά από δεκαετίες αγώνα. Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ κατήργησε όλους τους νόμους εναντίον του σοδομισμού με 6 ψήφους υπέρ έναντι 3 κατά στο Lawrence του Texas στις 26 Ιουνίου 2003.
5. Leon Trotsky, Stalin (Νέα Υόρκη: Grosset and Dunlap, 1941), σελ. 422.
6. Dan Healey, Homosexual Desire in Revolutionary Russia: The Regulation of Sexual and Gender Dissent(Σικάγο: University of Chicago Press, 2001).
7. Αναφέρεται στο: Lauritsen and Thorstad, Early Homosexual Rights Movement, σσ. 71–73.
8. Healey, μέρος I, “Same-Sex Eros in Modernizing Russia,” στο: Homosexual Desire in Revolutionary Russia, σσ. 21–76.
9. ό.π., σελ. 29.
10. ό.π., σελ. 54.
11. “Capitalism and Homophobia: Marxism and the Struggle for Gay/Lesbian Rights,” στο: Donald Morton,(επιμ.), The Material Queer (Μπόλντερ, CO: Westview Press, 1996),
σσ. 369–79.
12. Παρατίθεται στο: Healey, Homosexual Desire in Revolutionary Russia, σελ. 101.
13. ό.π., σελ. 112.
14. ό.π.
15. Duncan Hallas, “Toward a Revolutionary Socialist Party”, International Socialist Review, Ιούλιος - Αύγουστος 2002, σσ. 68–69.
16. Αναφέρεται στο: Wilhelm Reich, The Sexual Revolution: Toward a Self-Regulating Character Struggle(Νέα Υόρκη: Farrar, Straus & Giroux, 1974), σελ. 195 [Βίλχελμ Ράιχ, Η
σεξουαλική επανάσταση, Ράππας, Αθήνα 1972, σελ. 309].
17. ό.π., σελ. 194 [Β. Ράιχ, ό.π.].
18. ό.π., σελ. 179.
19. Healey, Homosexual Desire in Revolutionary Russia, σελ. 122.
20. Kissack, Free Comrades, σελ. 187.
21. Αναφέρεται στο: Duberman, Vicinus, and Chauncey, Hidden from History, σσ. 352–53.
22. Healey, Homosexual Desire in Revolutionary Russia, σελ. 132.
23. ό.π., σελ. 141.
24. ό.π., σσ. 168–69.
25. ό.π., σελ. 169.
26. Alexandra Kollontai, “Sexual Relations and the Class Struggle”, 1921.
27. Reich, Sexual Revolution, σελ. 170 [Β. Ράιχ, ό.π. σελ. 277].
28. ό.π., σελ. 161–67.
29. ό.π., σελ. 174.
30. Leon Trotsky, Problems of Everyday Life (Νέα Υόρκη: Pathfinder Press, 1994), σελ. 81 [στα ελληνικά: Λέον Τρότσκι, Προβλήματα της καθημερινής ζωής, Ουτοπία, Αθήνα 1980. Η αγγλική έκδοση περιέχει πολλά περισσότερα κείμενα από αυτά που κυκλοφόρησαν στη ρωσική έκδοση του 1923]
31. Αναφέρεται στο: Healey, Homosexual Desire in Revolutionary Russia, σελ. 189.

Ο ρόλος του μαθήματος των μαθηματικών στο εκπαιδευτικό σύστημα

Τα μαθηματικά έχουν χαρακτηριστεί ως «βασίλισσα των επιστημών» και ως «η κινητήρια δύναμη πίσω από την επιστημονική ανακάλυψη». Για την κοινωνία αντιπροσωπεύουν τον θρίαμβο της δύναμης του νου, της λογικής και της αυστηρότητας κι ακόμα την οικονομική επιτυχία και την τεχνολογική εξέλιξη. Για όλους αυτούς τους λόγους υπάρχει μια απαίτηση που φτάνει σε βαθμό υστερίας για βελτίωση της μαθηματικής εκπαίδευσης, η οποία εκφράζεται με διεθνείς διαγωνισμούς αξιολόγησης (TIMMS, PISA), επιστημονικές έρευνες και αλλαγές στα προγράμματα σπουδών. Όμως, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται, τα μαθηματικά εξακολουθούν να προκαλούν άγχος και αποστροφή σε πολλούς ανθρώπους (μέχρι το βαθμό διαταραχής, η λεγόμενη «μαθοφοβία»), ενώ η μαθηματική εκπαίδευση δεν απευθύνεται σε όλους και δημιουργεί αποκλεισμούς (λόγω κοινωνικής τάξης, φυλής ή φύλου). Τα ποσοστά αποτυχίας στα σχολικά μαθηματικά παγκοσμίως είναι πάρα πολύ υψηλά ενώ το μάθημα εξακολουθεί να διδάσκεται ως μια σειρά αλγοριθμικών διαδικασιών και μεθόδων που αποστηθίζουν και εκτελούν μηχανικά οι μαθητές για να γράψουν καλά στις εξετάσεις, φτάνοντας μετά από 12 χρόνια τυπικής εκπαίδευσης να έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε μαθηματικές ιδέες, ενώ σίγουρα δεν καθίστανται ικανοί να τις αξιοποιήσουν στην καθημερινή ή την επαγγελματική τους ζωή.

Από το 2000 συντελείται μια κοινωνικοπολιτική στροφή στην έρευνα της διδακτικής των μαθηματικών: οι ερευνητές της διδακτικής των μαθηματικών έχουν αναγνωρίσει την μεγάλη πολυπλοκότητα της μαθηματικής εκπαίδευσης και πέρα από τη μελέτη της γνωστικής πτυχής χρησιμοποιούν μια κοινωνική και πολιτική οπτική στην προσπάθεια να δώσουν απαντήσεις στα παραπάνω ζητήματα. Έχουν δημοσιευθεί εργασίες που μας ωθούν να αναζητήσουμε την πραγματική αξία των μαθηματικών, παρομοιάζοντας τα μαθηματικά με εμπόρευμα και την αξία τους με τη μαρξιστική έννοια της αξίας των εμπορευμάτων. Όλοι συμφωνούμε ότι στα  σχολικά μαθηματικά αποδίδεται σημασία λόγω της αξίας χρήσης τους, δηλαδή λόγω των εφαρμογών τους και των δυνατοτήτων που προσφέρουν στους μαθητές για τη ζωή τους. Εφόσον όμως η διδασκαλία παραμένει προβληματική και παρά τις νέες θεωρίες και πρακτικές που προτείνονται οι μαθητές σε μεγάλο βαθμό αποτυγχάνουν να αξιοποιήσουν τη μαθηματική γνώση εκτός σχολικού πλαισίου, γίνεται σαφές ότι τελικά δεν είναι αυτή η πραγματική αξία των σχολικών μαθηματικών, αλλά η ανταλλακτική τους αξία. Η ανταλλακτική αξία έχει σχέση με τον ρόλο του μαθήματος των μαθηματικών στο καπιταλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, στο να συμβάλλουν ώστε να διατηρηθεί το σχολείο ως οργανισμός αξιολόγησης.

Η χρησιμότητα των μαθηματικών για τους μαθητές δεν σχετίζεται με γνώσεις που θα αποτελέσουν εφόδια για τη ζωή τους, αλλά με τον ρόλο του εκλέκτορα (έχουν χαρακτηριστεί «ο φύλακας της πύλης») που παίζουν ανάμεσα στις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Είναι τόσο χρήσιμα για  την κοινωνία γιατί παρέχουν σε μεγάλο βαθμό αντικειμενικά μετρήσιμα αποτελέσματα εξετάσεων και για τους μαθητές γιατί η επιτυχία στις εξετάσεις ξεκλειδώνει την πρόσβαση σε επόμενη εκπαιδευτική βαθμίδα η οποία συνεπάγεται τη βελτίωση των προοπτικών για μια θέση εργασίας (ή μια καλύτερη θέση εργασίας). Λαμβάνοντας κανείς υπ’ όψη ότι οι συνθήκες για επιτυχία είναι ευνοϊκές για τα παιδιά που ανήκουν στις ισχυρές κοινωνικές τάξεις, αντιλαμβάνεται ότι δεν βοηθούν ώστε να ξεχωρίζουν οι καλύτεροι, αλλά στο να διατηρούνται και να διαιωνίζονται οι αδικίες μέσα από μια ψευδαίσθηση δυνατότητας ανέλιξης.

Επιπλέον, η διαδικασία αυτή εκπαιδεύει τους μαθητές να συμμετέχουν και να αποδέχονται τις συνθήκες παραγωγής και την αρπαγή της υπεραξίας που θα διέπουν την εργασία τους στο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα.

Ο Roberto Baldino  έχει μελετήσει το εκπαιδευτικό σύστημα με όρους μαρξιστικών οικονομικών, βλέποντας το ως παραγωγικό σύστημα (i). Είναι γεγονός ότι μέρος του κεφαλαίου στον καπιταλισμό επενδύεται στην εκπαίδευση με στόχο την εξειδίκευση, ώστε μελλοντικά να παρέχουν «ανώτερη» εργασία. Ο ερευνητής όμως, θεωρεί ότι πέρα από το κεφάλαιο και οι μαθητές «επενδύουν» στην εκπαίδευση τους (με τον χρόνο και τον κόπο τους) και θέτει το ερώτημα: τι είναι αυτό που προσδίδει αυτή πρόσθετη αξία και κάνει ανώτερη την εξειδικευμένη εργασία; Η απάντηση που δίνει, είναι ότι τα «κέρδη» από την ολοκλήρωση σπουδών και την απόκτηση τίτλων προς «εξαργύρωση» στην αγορά εργασίας τα καρπώνονται μόνο οι μαθητές που επιτυγχάνουν και όχι όλοι και καταλήγει ότι τελικά η αποτυχία στα σχολικά μαθηματικά -ή τουλάχιστον ένα μέρος της- δεν είναι πρόβλημα, αλλά στην πραγματικότητα είναι απολύτως απαραίτητη για τη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος.  Αν και στην ανάλυση του ένας μαρξιστής μπορεί να διατυπώσει πολλές ενστάσεις για τον τρόπο που χρησιμοποιεί τη μαρξιστική οικονομική θεωρία, εν τέλει καταλήγει σε ένα συμπέρασμα πολύ ενδιαφέρον, που μάλλον αποτελεί μια στενάχωρη αλήθεια.

Σήμερα οι ερευνητές της διδακτικής των μαθηματικών παραδέχονται ότι το φαινόμενο της αποτυχίας στα σχολικά μαθηματικά δεν είναι ένα ζήτημα που μπορεί να λυθεί αποκλειστικά με τη διάγνωση των γνωστικών δυσκολιών και βελτίωση της εκπαιδευτικής πρακτικής. Εμείς υποστηρίζουμε ότι είναι αδύνατο να υπάρξει μια πραγματική και ουσιαστική μαθηματική εκπαίδευση μέσα στο καπιταλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, παρά μόνο σε ένα ανώτερο και πιο δίκαιο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα, στο οποίο η εκπαίδευση θα σέβεται τις δυνατότητες, το ταλέντο, την κλίση και το ενδιαφέρον του κάθε μαθητή επιτρέποντας του να ασχοληθεί με το αντικείμενο που αγαπά, ενώ παράλληλα θα του παρέχει τα εφόδια για πολύπλευρη, σφαιρική και ουσιαστική παιδεία ώστε να μπορέσει μεγαλώνοντας να συμβάλει στην κοινωνική πρόοδο και ευημερία, ο καθένας ανάλογα με τις δυνατότητες του και τα ενδιαφέροντά του.

  i) Στο άρθρο του “School and surplus value: Contribution from a Third World Country”, από το 2003. 

Γιώργος Λ.

Ο Μαρξισμός και η χειραφέτηση των γυναικών

Η χειραφέτηση των γυναικών καταλαμβάνει πάντα κυρίαρχη θέση στη θεωρία και την πρακτική του Μαρξισμού. Ήδη από πολύ νωρίς στο έργο του, ο Μαρξ προσέγγισε το  γυναικείο ζήτημα από τη σκοπιά της χειραφέτησης. Το 1844, αφού υπογραμμίζει ότι ο «γάμος» στην καπιταλιστική κοινωνία είναι μια μορφή «αποκλειστικής ατομικής ιδιοκτησίας» (για τον άνδρα),  καταλήγει  ότι «η συμπεριφορά προς τη γυναίκα, ως το θήραμα και τον υπηρέτη του πόθου της κοινωνίας (Wollust), εκφράζει την ατέρμονη υποβάθμιση του ανθρώπου σε σχέση με τον εαυτό του. Η άμεση, φυσική, αναγκαία σχέση του ανθρώπου με τον άνθρωπο είναι η συμπεριφορά του άνδρα προς την γυναίκα. Σε αυτή τη σχέση φαίνεται σε ποιο βαθμό η φυσική συμπεριφορά του ανθρώπου έχει γίνει ανθρώπινη».

Αφού λοιπόν ορίζει τη «γενική κατάσταση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία» ως «απάνθρωπη», ο Μαρξ αναφέρεται με θαυμασμό στον «αριστοτεχνικό ορισμό» του Φουριέ για το γάμο, όπου υπογραμμίζεται ότι «ο βαθμός χειραφέτησης των γυναικών είναι το φυσικό μέτρο της καθολικής χειραφέτησης». Σε ένα καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας που βασίζεται στην απαλλοτρίωση  των άμεσων παραγωγών από τους όρους της παραγωγής, «η δουλεία των υπόλοιπων μελών της οικογένειας κάτω από τον επικεφαλής της  – που απλώς και μόνο τους χρησιμοποιεί και τους εκμεταλλεύεται – είναι τουλάχιστον αυτονόητη». 

Λίγο αργότερα, σημειώνει: «Όποιος  γνωρίζει κάτι σχετικά με την ιστορία, γνωρίζει επίσης ότι μεγάλες κοινωνικές αλλαγές (Unzwalzungen) είναι αδύνατες χωρίς τη χειραφέτηση των γυναικών. Η κοινωνική πρόοδος μπορεί να μετρηθεί επακριβώς  σε σχέση με την κοινωνική θέση του ωραίου φύλου, συμπεριλαμβανομένων και των άσχημων.»

O Μαρξ όχι μόνο μιλούσε σε όλη του τη ζωή ενάντια στην οικιακή «δουλεία» και την εκμετάλλευση των γυναικών με το θρίαμβο της πατριαρχίας, αλλά επίκαιρος και στη σύγχρονη εποχή υπογράμμισε την ατέρμονη «υποβάθμιση» και τη βασισμένη στο  φύλο εκμετάλλευση  τους από την ανθρωποφάγα λαιμαργία του κεφαλαίου για υπερεργασία.

Συνεπείς με τα παραπάνω οι Μπολσεβίκοι αντιμετώπισαν πάντα με μεγάλη σοβαρότητα την επαναστατική δουλειά στις  γυναίκες και βάσει των ιστορικών στοιχείων η Επανάσταση στη Ρωσία έβαλε τα νομικά, οικονομικά και πολιτικά θεμέλια για την κοινωνική χειραφέτηση των γυναικών. Παρά το ότι η Σταλινική αντεπανάσταση αποτέλεσε σημαντική οπισθοχώρηση, είναι αναντίρρητο ότι οι γυναίκες στη Σοβιετική Ένωση έκαναν  άλματα μπροστά στον αγώνα για ισότητα. Ωστόσο όπως μας εξηγεί ο Τρότσκι το 1938:

«Η Οκτωβριανή Επανάσταση χάραξε στη σημαία της την χειραφέτηση των γυναικών και έφτιαξε την πιο προοδευτική νομολογία στην ιστορία του γάμου και της οικογένειας. Αυτό, φυσικά και δεν σημαίνει πως δημιουργήθηκε αμέσως μια «ευτυχισμένη ζωή» για την Σοβιετική γυναίκα. Η γνήσια χειραφέτηση των γυναικών είναι αδιανόητη χωρίς μια γενική άνοδο της οικονομίας και της κουλτούρας, χωρίς την καταστροφή της μικροαστικής οικογενειακής μονάδας, χωρίς κοινωνικοποιημένη διατροφή και εκπαίδευση».

Οι σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών κάτω από τον καπιταλισμό είναι διαστρεβλωμένες και απάνθρωπες, επειδή το σύστημα της παγκόσμιας παραγωγής εμπορευμάτων υποβιβάζει τους ανθρώπους στο επίπεδο των αντικειμένων. Όχι μόνο οι σχέσεις μεταξύ των φύλων, αλλά όλες οι κοινωνικές σχέσεις γενικά τείνουν να γίνουν απάνθρωπες και αλλοτριωμένες μέσα σε αυτό που ο Μαρξ και ο Ένγκελς περιέγραψαν σαν «cash nexus», το «πλέγμα του πλούτου». Οι γονείς αρχίζουν να θεωρούν τα παιδιά τους σαν προσωπική τους περιουσία. Οι άντρες θεωρούν τις γυναίκες τους το ίδιο. Κάτω από τις ανελέητες πιέσεις της ζωής στην «ελεύθερη οικονομία», όπου το χρήμα είναι θεός, οι σχέσεις παραμορφώνονται και διαστρεβλώνονται πέρα από κάθε σεβασμό και αναγνώριση.

Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι η  μικροαστική οικογένεια δεν μπορεί να καταργηθεί ευκολότερα από το κράτος. Η βαθμιαία εξαφάνιση και των δύο εξαρτάται από τον μετασχηματισμό των υλικών συνθηκών της ύπαρξης των ανθρώπων και συνεπώς κάποια στιγμή, από τον μετασχηματισμό του τρόπου που οι άνθρωποι σκέφτονται και συμπεριφέρονται ο ένας στον άλλο. Με την επίτευξη της υπεραφθονίας και ενός υψηλού επιπέδου πολιτισμού που μόνο ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός της κοινωνίας μπορεί να επιφέρει, οι παλιές συνθήκες και η ψυχολογία υποταγής θα μεταμορφωθούν, και μαζί τους και οι σχέσεις μεταξύ αντρών και γυναικών. Η προϋπόθεση για κάτι τέτοιο είναι λοιπόν, ο μετασχηματισμός των συνθηκών της ίδιας της ζωής τους.


Μαριάννα Σπ.