Το «φαινόμενο Κόρμπιν» αναπτύσσεται στην Βρετανία

Το περασμένο Σεπτέμβριο ανακοινώθηκαν σε ειδική συνδιάσκεψη τα αποτελέσματα των εσωκομματικών εκλογών στο Εργατικό Κόμμα για την ανάδειξη νέου προέδρου, μετά την ήττα στις εθνικές βρετανικές εκλογές του Μαΐου. Ενάντια σε όλες τις προβλέψεις των σκεπτικιστών, ο αριστερός υποψήφιος Τζέρεμυ Κόρμπιν κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία τους υπόλοιπους τρεις αντιπάλους του με 59,5%. Η μεγάλη αυτή νίκη ενθουσίασε εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους και νεολαίους και έφερε περίπου 62.000 νέες εντάξεις μελών στο Εργατικό Κόμμα τις πρώτες εβδομάδες, ενώ 3000 περίπου νέα μέλη συμμετείχαν για πρώτη φορά σε διαδικασία του κόμματος κατά την πρώτη συνδιάσκεψη.

Η νίκη του Κόρμπιν ήταν αποτέλεσμα της αυξανόμενης λαϊκής δυσαρέσκειας ενάντια στα μέτρα λιτότητας και τα μεγάλα ποσοστά ανεργίας. Η οικονομική κρίση είχε επιδεινώσει την πολιτική κρίση του εργατικού κόμματος και είχε στρέψει την ηγεσία του Μπλερ στην υιοθέτηση ξεκάθαρα δεξιάς αντιλαϊκής πολιτικής, αδειάζοντας το Εργατικό Κόμμα από τα όποια εργατικά στρώματα είχαν απομείνει. Η νίκη του Κόρμπιν ανέτρεψε αυτά τα δεδομένα, καθώς η καμπάνια του είχε διακηρυγμένο στόχο την κατάργηση της λιτότητας και καλούσε τα λαϊκά στρώματα να πάρουν πίσω το κόμμα τους. 

Η αστική τάξη της Βρετανίας τρομοκρατήθηκε από αυτή την εξέλιξη και αρχικά αντέδρασε υστερικά. Αμέσως το κόμμα των Συντηρητικών (οι Τόρρις), τα ΜΜΕ, αλλά και τα στελέχη των Εργατικών που πρόσκεινται στον Μπλερ εξαπέλυσαν μια εκστρατεία συκοφάντησης του Κόρμπιν και τρομοκράτησης του λαού, ώστε να υπονομεύσουν τη θέση του στην ηγεσία του κόμματος. Βλέποντας όμως την υποστήριξη που απολαμβάνει ο Κόρμπιν στα λαϊκά και εργατικά στρώματα άλλαξαν την τακτική τους. Κύρια προσήλωση τους πλέον είναι να κερδίσουν χρόνο και υποχωρήσεις από τον Κόρμπιν, ώστε το κίνημα υποστήριξής του να αποξενωθεί και να ξεφουσκώσει. 

Το κύριο πρόβλημα του Κόρμπιν είναι ο χρόνιος εκφυλισμός του Εργατικού Κόμματος, που αντανακλάται στη σύνθεση των ανώτερων οργάνων του. Η κοινοβουλευτική ομάδα στη συντριπτική της πλειοψηφία αποτελείται από δεξιά στελέχη - καριερίστες που πρόσκεινται στον Μπλερ και μέσα στο κόμμα το 90% των υψηλά ιστάμενων στελεχών είναι εναντίον του. Οι μπλερικοί λοιπόν αποφάσισαν να μπλοκάρουν τις κινήσεις του Κόρμπιν στη βουλή, ώστε να φανεί αναποτελεσματικός. Ταυτόχρονα συνεχίζουν την εκστρατεία υπονόμευσής του, κάνοντάς του καθημερινές επιθέσεις μέσα από τα ΜΜΕ. 

Μπροστά σε αυτή την επίθεση ο Κόρμπιν έχει υποτονική και αντιφατική στάση. Από τη μια επιλέγει να στρογγυλέψει κάπως τις θέσεις του (βάζοντας στον πάγο τις πιο ριζοσπαστικές δεσμεύσεις της καμπάνιας του) για να αποφύγει τη σύγκρουση και καλεί σε ενότητα του κόμματος. Από την άλλη, έχει καταλάβει ότι ποτέ δεν θα έχει την υποστήριξη των δεξιών καριεριστών Μπλερικών και έχει ξεκινήσει να οργανώνει σε όλη τη χώρα τη βάση υποστήριξής του φτιάχνοντας μια ενιαία δομή, το «Momentum» («Ορμή»). 

Η οργάνωση της βάσης του Εργατικού Κόμματος στη δομή του Momentum εκλήφθηκε από τους Μπλερικούς ως μέγιστος κίνδυνος και γι’ αυτό ξεκίνησαν να κατηγορούν τον Κόρμπιν ότι δημιουργεί «κόμμα μέσα στο κόμμα». Στην προσπάθεια τους μάλιστα να επιτεθούν στον Κόρμπιν λένε ευθαρσώς ότι οι δικές τους ανεξάρτητες ομάδες – φράξιες μέσα στο κόμμα είναι πιο καλά οργανωμένες, πιο ισχυρές και με μεγαλύτερη ιστορία από το Momentum. 

Η καμπάνια του Momentum μπορεί να γίνει το πρόπλασμα μιας μαχητικής οργάνωσης που θα έχει πειστικές πολιτικές απαντήσεις απέναντι στη μνημονιακή πολιτική των Τόρις. Η ανάδειξη του Κόρμπιν στην ηγεσία του εργατικού κόμματος έδειξε πως οι εργάτες αναπόφευκτα θα κινηθούν ξανά και ξανά για να μεταμορφώσουν τις μαζικές οργανώσεις τους. Κατέδειξε ως λανθασμένη τη θέση ότι ο λαός είναι δεξιός, υποχωρητικός και δεν θέλει ή δεν μπορεί να αγωνιστεί. Απέδειξε ότι η νεολαία δεν είναι γενικά απαθής και απολίτικη. Όταν δοθεί προοπτική στους αγώνες γεννιέται μαζικό κίνημα. Αυτό που λείπει, και αυτό το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε οι νέοι και οι εργαζόμενοι για να χτίσουμε σε διεθνή κλίμακα, είναι – όπως απέδειξε και η πρόσφατη «ελληνική» εμπειρία της προδοσίας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ – το κατάλληλο επαναστατικό πρόγραμμα, μια ηγεσία που με μια επαναστατική πολιτική θα οργανώσει την εργατική τάξη στον αγώνα για την εξουσία και για την ανατροπή του καπιταλισμού!

Γιάννης Ν.